Τα έθιμα του γάμου
1. ΓΕΝΙΚΑ
Παλαιότερα, αλλά και σήμερα ακόμα, ήταν και είναι γενική πεποίθηση πως προορισμός του κάθε ανθρώπου είναι ο γάμος και η δημιουργία οικογένειας. Σε κάθε ελληνικό τόπο, λοιπόν, ο γάμος κατέχει εξέχουσα θέση και τα έθιμα που σχετίζονται με το γεγονός αυτό είναι ποικίλα. Λέξεις όπως προξενιό, προικοσύμφωνο, αρραβώνας, νυφοστόλι, γλέντι, παρθενιά, είναι γνωστές σε όλους. Όλα αυτά έχουν πολλές ομοιότητες, αλλά κρύβουν και διαφορές οι οποίες συνθέτουν την ιδιαιτερότητα του κάθε τόπου.
2. ΤΟ ΠΡΟΞΕΝΙΟ
Όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, τα παλιά χρόνια, έτσι και στην Αγιάσο, το προξενιό αποτελούσε τον κύριο τρόπο γνωριμίας και συνένωσης δύο ανθρώπων που ήταν σε ηλικία γάμου. Επαγγελματίες προξενήτρες δεν υπήρχαν. Αν κάποιος νέος ήθελε μια κοπέλα, έστελνε κάποιον, συγγενή ή γνωστό, στον πατέρα της να τη ζητήσει. Πολλές φορές οι συμφωνίες κλείνονταν ανάμεσα στους πατεράδες στα καφενεία και ανακοινώνονταν το βράδυ στη μητέρα, η οποία με τη σειρά της το έκανε γνωστό στην κόρη. Ήταν σπάνιες οι περιπτώσεις που θα ρωτούσαν τη γνώμη της κόρης ή που η γνώμη της θα μετρούσε.
Όμως στην Αγιάσο δεν έλειπε ο ρομαντισμός. Κάθε Κυριακή τα παλικάρια του χωριού στολίζονταν και κατά παρέες περνούσαν από τις γειτονιές με προορισμό τα κουϊτούκια, μικρά συνοικιακά καφενεδάκια που άνοιγαν μόνο τις Κυριακές και γιορτές και σέρβιραν εκτός από καφέ, ρακί, ούζο, κονιάκ και στραγάλια. Οι κοπέλες, που γενικά απαγορευόταν να κυκλοφορούν, στολισμένες με τα βρακιά και φλουριά στο στήθος, έπαιρναν τα καριγλιά τους (τα καρεκλάκια τους), κάθονταν έξω από το σπίτι τους και με γέλια και τραγούδια προσπαθούσαν να τραβήξουν τη προσοχή των νέων. Χαρακτηριστική εκδήλωση της Κυριακής ήταν η «Πατινάδα», η οποία ήταν συνδεδεμένη με το παιχνίδι του έρωτα και του γάμου. Οι νέοι ξεκινούσαν με τη συνοδεία κομπανίας ή μεμονωμένων μουσικών και περνούσαν από τα δρομάκια του χωριού με προορισμό τα κουϊτούκια, όπου έπιναν και χόρευαν. Οι κοπέλες από την πλευρά τους χόρευαν έξω από τα σπίτια τους, μακριά από τα βλέμματα των ανδρών στο ρυθμό της μουσικής που έφτανε από τα κουϊτούκια. Όταν όμως περνούσαν τα παλικάρια, έπρεπε να καθίσουν ξανά στα καριγλιά τους. Στις βόλτες και στις πατινάδες της Κυριακής είχαν την ευκαιρία τα αγόρια να δουν τα κορίτσια. Αν σ’ ένα νεαρό άρεσε κάποια κοπέλα, της πετούσε ένα λουλούδι και αν αυτή του ανταπέδιδε χαμόγελο, σήμαινε πως και σ’ αυτήν άρεσε ο νέος. Το ρομαντικό παιχνίδι συνεχιζόταν με τη βραδινή καντάδα από την πλευρά του νέου.
3. Η ΠΡΟΙΚΑ-ΤΟ ΠΡΟΙΚΟΣΥΜΦΩΝΟ
Στα παλιά τα χρόνια γάμος χωρίς προίκα δε γινόταν. Η προίκα πολλές φορές ήταν η αιτία να γίνει ένας γάμος, αλλά και να χαλάσει.
Αφού γινόταν η γνωριμία, βασικό μέλημα, κυρίως των πατεράδων των μελλoνύμφων, ήταν η συζήτηση της προίκας, η οποία μπορούσε να γίνει και στο καφενείο. Η επίσημη συμφωνία, όμως, γινόταν στο σπίτι της νύφης παρουσία των γονέων των δύο υποψήφιων, μαρτύρων και ενός που ήξερε γράμματα. Η συμφωνία, το λεγόμενο προικοσύμφωνο, ήταν γραπτή και περιελάμβανε αναλυτικά όλα τα περιουσιακά στοιχεία που έδινε ο πατέρας στην κόρη του, αλλά και αυτά που έδινε η μητέρα, τα οποία ήταν πράγματα που αφορούσαν κυρίως τη λειτουργία του σπιτιού. Στο προικοσύμφωνο αναγράφονταν και τα περιουσιακά στοιχεία που έταζε ο πατέρας του γαμπρού να δώσει στο γιο του. Το προικοσύμφωνο υπογραφόταν και από τους δύο πατεράδες παρουσία των μαρτύρων.
Βασικό στοιχείο της προίκας αποτελούσε και αποτελεί ακόμη και σήμερα το σπίτι. Κάθε κοπέλα για να παντρευτεί, έπρεπε να έχει έτοιμο σπίτι. Άλλα περιουσιακά στοιχεία που αποτελούσαν τμήμα της προίκας ήταν τα κτήματα, οι ελιές, τα ζώα, ο ρουχισμός, ο εξοπλισμός του σπιτιού και κάποιες φορές και μετρητά, τα οποία συχνά ήταν αιτία διαφωνίας.
Το παρακάτω είναι μέρος μιας Ινγκλαβής, ενός προικοσύμφωνου, του 1865, προκειμένου να γίνει αντιληπτό πόσο λεπτομερειακά αναγράφονταν τα περιουσιακά στοιχεία που αποτελούσαν την προίκα.
Γω ………… δίνου σ’ κόρημ ………… ένα πραμά σ’ Αμπδόμπουλο 5 μοδιών στου Πασπαλά 7 μόδια 6 σκάφης 4 μόδια 6 φούσα 10 μόδια. Στου χαριμιγιέ 20 μόδια. Σ’ Μπαμπαδούλα 5 μόδια σ’ Χανούμ τα μήλου 8 τσι τ’ άλλα τα παρτσιαδιάμ τα κρατώ για τα γηρατειάμ. Μιτά του θάνατουμ θα τα μουράζιν τα δυό τα κοπελούδια. Δύο σιντούτσια σκαλιστά, μια σεντούκα, ένα συτιρουσήν μια λιγέν 10 λιγγέρης τσι 6 καπατσιάστα ένα γάβανου δύο μπακίρης ένα μπακιρέλ 2 τσκάλια 1 μασιά μια πραστιά 1 καζάν μια σκαφ μια ξύστυρια μια τριχιά ένα σταρκό ένα σουφρά 1 λαγίν 4 κμάρια τσι ένα πλασταρήδ 1 στρώμα 2 μαξιλάρης 3 παπλώματα 10 τακίμια σεντόνια 7 τακίμια χράμια 8 κατουβρατσιά 6 φστάνια, 6 απανουβράτσια. Μια φουρισιά μοναριδένεια κρουμδουτσιφλιά 40 πήχης βρακουζόν τσι 10 ζευγάρια μέστια τσι νυφτσήμ.
4. ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ
Αφού συζητιόταν η προίκα και γραφόταν το προικοσύμφωνο, οριζόταν η μέρα του αρραβώνα, ο οποίος γινόταν στο σπίτι της νύφης. Ήταν συνήθως απλός και γινόταν σε στενό οικογενειακό κύκλο. Πριν τον αρραβώνα, ο γαμπρός έστελνε στο σπίτι της νύφης μια μπουκάλα κρασί, μία ρακί ή ούζο και γλυκά ή αν ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση, έστελνε και φαγώσιμα. Η νύφη κερνούσε το γαμπρό και το σόι που παρευρισκόταν στον αρραβώνα και αυτοί την ασήμωναν, της έκαναν δηλαδή δώρα, κυρίως χρυσαφικά.
Τα δαχτυλίδια τα φορούσε στο ζευγάρι ένα παιδί το οποίο στη συνέχεια έριχνε από ένα χαστούκι στο μάγουλο του γαμπρού και της νύφης, για να πονέσουν κι έτσι να πονά ο ένας τον άλλον. Πίστευαν πως όσο πιο δυνατό ήταν το χαστούκι, τόσο πιο δυνατό θα ήταν το δέσιμο του ζευγαριού.
Μετά τον αρραβώνα, αν ο γαμπρός ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση, πήγαινε με μουσική έξω από το σπίτι της νύφης. Η νύφη έβγαινε, τους κερνούσε και στηνόταν το γλέντι εκεί μέσα στο δρόμο.
Την ημέρα του αρραβώνα οριζόταν και η μέρα του γάμου, η οποία μπορεί να ήταν και την επόμενη εβδομάδα για το λόγο ότι το ζευγάρι απαγορευόταν να βρίσκεται μαζί και ο γαμπρός δεν μπορούσε να πηγαίνει συχνά και ελεύθερα στο σπίτι της νύφης. Όταν πήγαινε επίσκεψη, δεν επιτρεπόταν να μένουν μόνοι.
5. Τ’ ΑΡΡ’ΒOYΝΙΑΣΚΑΤΑ
Τ’ αρρ’βoυνιασκάτα ήταν τα δώρα που έστελνε η νύφη στο σπίτι του γαμπρού, συνήθως δυο μέρες πριν από τον αρραβώνα. Σε πανέρια στολισμένα, η νύφη έβαζε είδη ρουχισμού, συνήθως πουκάμισα για τους άνδρες της οικογένειας και νυχτικιές ή κομπινεζόν, μαντήλια και κάλτσες για τις γυναίκες. Τ’ αρρ’βουνιασκάτα, εκτός από τα ρούχα, περιελάμβαναν και διάφορα γλυκά, όπως: μπακλαβά, αμυγδαλωτά, φοινίκια, γλυκά του κουταλιού, σοκολατάκια και τούρτα. Τα γλυκά έμπαιναν σε πιατέλες, οι οποίες στολίζονταν γύρω-γύρω με διάφορα λουλούδια και περιτυλίγονταν με χρωματιστά σελοφάν. Τα δώρα πήγαιναν στο σπίτι της πεθεράς μεγάλες γυναίκες από το σόι της νύφης. Μπροστά πήγαινε η μάνα της νύφης με την τούρτα, πίσω η γυναίκα που κρατούσε τη μεγάλη ανθοδέσμη, ακολουθούσαν οι γυναίκες με τα υπόλοιπα γλυκά και τελευταίες οι γυναίκες που μετέφεραν τα πανέρια με τα ρούχα. Η μεταφορά των αρρ’βουνιασκάτων ήταν μεγάλη υπόθεση για τη γειτονιά, αφού όλοι έβγαιναν από τα σπίτια τους, για να δουν και, φυσικά, να σχολιάσουν.
Όταν έφταναν στο σπίτι της πεθεράς, της έδιναν τα δώρα και αυτή ασήμωνε τις γυναίκες που τα μετέφεραν. Την επόμενη μέρα η πεθερά έπαιρνε τα μισά από τα γλυκά των αρρ’βουνιασκάτων και πήγαινε στο σπίτι της νύφης. Μαζί με τα γλυκά πήγαινε στη νύφη και τα εσώρουχα που έπρεπε να φοράει την πρώτη νύχτα του γάμου. Τα υπόλοιπα γλυκά τα μοίραζε στις κοπέλες της γειτονιάς.
6. Ο ΓΑΜΟΣ
Ο γάμος, όπως προαναφέρθηκε, ακολουθούσε σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τον αρραβώνα. Τα πιο παλιά χρόνια ο γάμος γινόταν μέσα στο σπίτι με σιδερένια στέφανα τα οποία δανείζονταν από την εκκλησία.
6.1. ΤΑ ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ
Τα καλέσματα στο γάμο φυσικά δεν γίνονταν με προσκλητήρια ή μπουμπουνιέρες, όπως γίνονται σήμερα, αλλά με ζερντέ. Ο ζερντές φτιάχνεται με ρύζι, ζάχαρη και νησιστέ (κάτι σαν σόδα). Μούλιαζαν το ρύζι στο νερό και μετά το κοπανούσαν στο γουδί μέχρι να γίνει σκόνη. Το έβραζαν σε χαράνι (καζάνι) μαζί με τη ζάχαρη και το νησιστέ μέχρι να γίνει πολτός. Όταν ήταν έτοιμο και κρύωνε (γινόταν στέρεο), το έκοβαν κομμάτια, το στόλιζαν με κανέλα και το έβαζαν σε πιατέλες τις οποίες έδεναν με μεσάλια (κεντητές πετσέτες με δαντέλες). Η πρώτη πιατέλα στο-λιζόταν ωραία και ήταν για το γαμπρό. Η δεύτερη ήταν για τον κουμπάρο και οι υπόλοιπες για αυτούς που ήθελαν να καλέσουν. Συγγενικά πρόσωπα πήγαιναν τις πιατέλες στα σπίτια, τις άφηναν και έπαιρναν πίσω τα μεσάλια. Στην πιατέλα αυτή οι καλεσμένοι έβαζαν το δώρο του γάμου και το πήγαιναν στο σπίτι των νεόνυμφων μία ή δύο μέρες πριν το γάμο.
6.2. ΤΟ ΣΤΟΛΙΣΜΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
Τη βδομάδα πριν από το γάμο άρχιζε το στόλισμα του σπιτιού. Συγγενείς, φίλες και γειτόνισσες της νύφης συνέβαλαν στο άσπρισμα και καθάρισμα του σπιτιού, καθώς και στην ετοιμασία των προικιών. Πολλές νύφες έφτιαχναν θέση, ντουλάπα ανοιχτή μπροστά όπου στοίβαζαν τα προικιά (σεντόνια, υφαντά, πλεκτά κ.α.). Τα διάφορα είδη προίκας χωρίζονταν με πλεκτές δαντέλες που έμπαιναν ενδιάμεσα και προεξείχαν, για να δείχνει η θέση πιο όμορφη.
Προίκα είχε και ο γαμπρός, την οποία έστελνε στο σπίτι δύο ή τρεις ημέρες πριν το γάμο. Την προίκα του γαμπρού αποτελούσαν, κυρίως, είδη ρουχισμού, όπως: πάπλωμα, καρπέτα, κουβέρτες, σεντόνια, πετσέτες, πεσκίρια, αλλά πολλές φορές και μικροέπιπλα όπως: τραπέζι, καρέκλες και καθρέφτης. Τα προικιά του γαμπρού τα πήγαιναν στο σπίτι μεγάλες γυναίκες συνήθως, τυλιγμένα μέσα σε μπουχτσιάδες, είδος υφάσματος σαν σεντόνι, και τα τοποθετούσαν στο ίδιο δωμάτιο με τα προικιά της νύφης, αν το δωμάτιο ήταν μεγάλο, ή σε άλλο χώρο, αν αυτό ήταν μικρό.
Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι πριν στείλει τα προικιά του ο γαμπρός, έπρεπε απαραιτήτως να στείλει στο σπίτι, συνήθως με τη μητέρα του, ένα δαδί, δείγμα πως είναι φλογερός. Μαζί με το στόλισμα του σπιτιού γινότανκαι το στρώσιμο του κρεβατιού, το οποίο ήταν απλό και δεν περιελάμβανε καμιά ιδιαίτερη διαδικασία, απλά στρωνόταν με καινούρια σεντόνια. Στρωνόταν από ανύπαντρες κοπέλες με την προϋπόθεση να έχουν και τους δυο γονείς τους. Συνήθιζαν να ρίχνουν επάνω ένα μικρό παιδί, συνήθως αγόρι, σύμβολο γονιμότητας του ζευγαριού.
Τις μέρες που ετοιμαζόταν το σπίτι πήγαιναν οι καλεσμένοι τα δώρα μέσα στις πιατέλες, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Τα δώρα ήταν συνήθως πράγματα απαραίτητα για το σπίτι όπως: τετσερέδες, πιάτα, ποτήρια, κανάτες κτλ
6.3. ΤΟ ΣΤΟΛΙΣΜΑ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ
Το νυφικό φόρεμα έχει περάσει από πολλά στάδια μέχρι να φτάσει στο σημερινό νυφικό. Τα πολύ παλιά χρόνια, πριν την απελευθέρωση, οι νύφες φορούσαν μπαράδες, φούστες μεταξωτές, αρκετά φουσκωτές, με ωραίους πλουμιστούς μπούστους και σειρές – σειρές φλουριά στο λαιμό, τα λεγόμενα πιρσιάνια. Μετά τη φούστα η νύφη φορούσε τα βρακιά, τα οποία φυσικά ύφαινε μόνη της στον αργαλειό. Τα βρακιά και αντίστοιχα η βράκα για τον άνδρα έφτασαν μέχρι το ΄40 περίπου. Μετά την εποχή των βρακιών, οι νύφες έραβαν μόνες τους το φόρεμα του γάμου τους, το οποίο ήταν απλό σε οποιοδήποτε χρώμα. Για τον άνδρα η βράκα αντικαταστάθηκε από το κουστούμι. Το σημερινό νυφικό καθιερώθηκε στην Αγιάσο μετά το ΄70 περίπου. Οποιοδήποτε και αν ήταν το φόρεμα, το πέπλο ήταν απαραίτητο.
Τη νύφη τη στόλιζαν οι φίλες της, οι οποίες την τραγουδούσαν. Κρατώντας τα χέρια γύριζαν σε κύκλο γύρω από τη νύφη τραγουδώντας το νυφιάτκο. Συνήθως άρχιζε η μια, που είχε καλή φωνή, και επαναλάμβαναν οι άλλες:
«Ώρα καλή να δώς’ ο Θιος σε τούτη τη δουλειά
κ’ η Παναγιά η Δέσποινα να βάλει ευλογία
Νύφη μου που σε είχαμι στην κόλλα διπλωμένη
τώρα σι ξιδιπλώσαμι, που είσι ξακουσμένη
Ως λάμπει τ’ άσπρο το κρασί μες τη γυαλένια κούκα
λάμπει τ’ αγγελικό σ’ κορμί στα χασεδένια ρούχα
Τα δέντρο που σου φέραμε νύφη μου στην αυλή σου
ροδόσταμου το πότιζε, να τόχεις στη ζωή σου
Στρώσε νυφ τη σκάλα σου μ’ αδρί μαργαριτάρι
για να ανεβεί γι ο γαμπρός τ’ όμορφο παλικάρι
Ράνε νύφη τουν καναπέ με άνθη της Ευρώπης
για να καθίσει η πεθερά , που σ’ δώσε το γιο της
Φλουρί θα ρίξω στον τσαρσί ν’ αστράψει, να βροντήσει
για ν’ ακουστεί ο γάμος σου σ’ ανατολή και δύση
Τ’ αντρόγυνο , που έγινε , να ζήσει ν’ αετώσει
σαν πύργος να θεμελιώσει , σα βράχος να στεριώσει
Όντας θα πας στην εκκλησιά , τρέμουν τα καλντερίμια
τρέμουν της πόλης τα τζαμιά της Πέτρας τα γεφύρια
Σκύψε νύφημ και φίλησε της μάνας σου το χέρι
σήμερα αποχωρίζεστε και κάνεις άλλο ταίρι»
Αν η νύφη ήταν ορφανή από μητέρα:
«Να τόξερε η μάνα σου νύφημ απού τον Άδη
ναρθ να φιλήσει στέφανα τσι να γυρίσει πάλι»
Πριν φορέσει η νύφη τα παπούτσια, οι φίλες της έγραφαν στη σόλα του ενός τα ονόματά τους. Τη μέρα μετά το γάμο το εξέταζαν να δουν ποιας κοπέλας το όνομα είχε σβηστεί, πράγμα που σήμαινε πως θα παντρεύονταν μέσα στη χρονιά.
Όταν τέλειωνε το στόλισμα, 4 κοπέλες ανύπαντρες, που είχαν στη ζωή και τους δυο γονείς τους, κρατούσαν τεντωμένο πάνω από το κεφάλι της νύφης ένα πανί και μια άλλη έκοβε το κλιτς. Το κλιτς είναι τσουρέκι που περιέχει μαστίχα, ζάχαρη και μυρωδικά. Στο κεφάλι της νύφης κόβονταν δύο κλιτς. Το ένα έμενε στο σπίτι για τη νύφη και το γαμπρό και το άλλο, που ήταν μεγαλύτερο, το κερνούσαν στους καλεσμένους μαζί με στραγάλια, σταφίδες και ζερντέ. Το έθιμο αυτό διατηρείται και στις μέρες μας. Οι λεύτερες κοπέλες έβαζαν ένα κομμάτι κλιτς στο μαξιλάρι τους το βράδυ, για να δουν ποιόν θα παντρευτούν.
6.4. ΤΟ ΣΤΟΛΙΣΜΑ ΤΟΥ ΓΑΜΠΡΟΥ
Ο γαμπρός στολιζόταν στο σπίτι του με τη βοήθεια των φίλων του. Ιδιαιτερότητα παρουσίαζε το ξύρισμά του. Πολλές φορές πήγαινε ο κουρέας στο σπίτι και μετά το ξύρισμα οι φίλοι του γαμπρού, που παρευρίσκονταν, έριχναν σ΄ ένα δίσκο χρήματα για την αμοιβή του. Άλλες φορές, πήγαινε ο γαμπρός στον κουρέα με τη συνοδεία μουσικής, που έπαιζε έξω από το κουρείο έως να τελειώσει το ξύρισμα. Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι φίλοι του γαμπρού περνούσαν από το κουρείο και ξυρίζονταν. Τελευταίος πήγαινε ο γαμπρός, ο οποίος έπρεπε να πληρώσει για όλους, εξ’ αυτού και η φράση «στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό» .
Υπήρχαν περιπτώσεις που ο γαμπρός ντυνόταν στο ίδιο σπίτι με τη νύφη, αλλά σε διαφορετικό δωμάτιο. Μάλιστα η νύφη ήταν αυτή που τον έντυνε κάτω από το άγρυπνο μάτι της μάνας της . Σ΄ αυτήν την περίπτωση τα ρούχα του γαμπρού τα πήγαινε η μάνα του στο σπίτι της νύφης την προηγούμενη του γάμου.
Όταν έντυναν το γαμπρό, έπρεπε να δέσουν γύρω από τη μέση του ένα μαντήλι της νύφης που θα τον προστάτευε από αυτούς που θα επιχειρούσαν να τον κλειδώσουν. Πίστευαν πως κατά τη διάρκεια του μυστηρίου, και συγκεκριμένα στο «Ησαΐα χόρευε», αν κάποιοι εχθροί του ζευγαριού κρατούσαν ένα σχοινάκι και έδεναν κόμπους, θα έδεναν το γαμπρό και δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει τα συζυγικά του καθήκοντα το πρώτο βράδυ του γάμου. Το μαντήλι της νύφης, όμως, τον προστάτευε. Άλλοτε πάλι, πριν φύγει ο γαμπρός για την εκκλησία, του έδιναν να φάει ένα λουκούμι, διότι πίστευαν πως αν άκουγε γάιδαρο να γκαρίζει, θα είχε δυσκολίες το βράδυ. Έτσι το λουκούμι τον προστάτευε από το «κούμπωμα του γάιδαρου».
6.5. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ
Ήταν συνήθεια από παλιά η γυναίκα να πατά το πόδι του άντρα, όταν ο παπάς έλεγε το “ η δε γυνή, ίνα φοβείται τον άντρα”, μια συνήθεια που κάποιες φορές δημιουργούσε προστριβές.Η νύφη και ο γαμπρός πήγαιναν μαζί στην εκκλησία με τη συνοδεία της μουσικής, αν ο γαμπρός ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση. Οι μουσικοί περνούσαν πρώτα από το σπίτι του γαμπρού και μετά πήγαιναν στο σπίτι της νύφης. Προς την εκκλησία, μπροστά πήγαιναν οι μουσικοί, πίσω μια κοπέλα που κρατούσε ένα δίσκο με τα στέφανα και το κρασί, ακολουθούσε η νύφη πλαισιωμένη από τις φίλες της, πιο πίσω ο γαμπρός και τέλος οι συγγενείς και οι φίλοι. Όταν έφταναν στην εκκλησία, η νύφη με τις φίλες της έμπαιναν μέσα, για να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας. Πρώτα προσκυνούσε η νύφη και μετά οι φίλες της με την ευχή να κολλήσουν, δηλαδή να παντρευτούν και αυτές. Στη συνέχεια, οι φίλες της την παρέδιδαν στον παπά, ο οποίος έπαιρνε και το γαμπρό και τους έβαζε μαζί στην εκκλησία. Μέσα στην εκκλησία το ζευγάρι περνούσε από όλους τους συγγενείς και τούς έκαναν μετάνοιες, έθιμο που φτάνει και στις μέρες μας.
Στο τέλος του μυστηρίου ακολουθούσαν τα κρεμάσματα. Στο στήθος της νύφης καρφίτσωναν ένα μαντήλι, την άλλη άκρη του οποίου κρατούσε η καλύτερη φίλη της, που έστεκε δίπλα της (ήταν συνήθως παράνυφος ), έτσι ώστε το μαντήλι να σχηματίζει είδος σακουλιού. Οι συγγενείς περνούσαν να χαιρετίσουν το ζευγάρι και έριχναν μέσα στο μαντήλι δώρα για τη νύφη, συνήθως χρυσαφικά, όπως: κωσταντινάτα, φλουριά, τούμπιες, τριακοσιάρες ή χρυσά κοσμήματα τύπου: σκουλαρίκια, δαχτυλίδια ή βραχιόλια. Υπήρχαν περιπτώσεις που και οι φίλοι έριχναν χρυσαφικά. Ακόμα και περιουσιακά στοιχεία μπορούσαν να αποτελούν μέρος των κρεμασμάτων, π.χ. ένα συμβόλαιο για μια πεζούλα, μια ελιά κτλ.
Πριν βγουν από την εκκλησία οι φίλοι τσιμπούσαν τον γαμπρό και τον κουμπάρο με καρφίτσες, έως ότου να τάξουν κάτι. Συνηθιζόταν, εκτός από το τσίμπημα, να σηκώνουν τον κουμπάρο ψηλά και να μην τον αφήνουν κάτω μέχρι να τάξει. Συνήθως έταζαν κάποιο τραπέζι, το οποίο το έκαναν στους φίλους τους στις οκτώ μέρες μετά το γάμο ή όποτε είχαν την οικονομική δυνατότητα.
6.6. ΤΟ ΓΛΕΝΤΙ
Μετά το μυστήριο οι μουσικοί που περίμεναν έξω από την εκκλησία συνόδευαν το ζευγάρι στο κα- φενείο όπου θα γινόταν το γλέντι. Το ζευγάρι πολλές φορές καθόταν λίγο και μετά έφευγε για το σπίτι. Ήταν αρκετά συνηθισμένο ο γαμπρός να μένει στο γλέντι και η νύφη να φεύγει νωρίς για το σπίτι. Μετά τη μέρα του γάμου η νύφη έμενε κλεισμένη στο σπίτι για μια βδομάδα, γιατί απαγορευόταν να την δουν.
6.7. ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΑΜΟ
Η επόμενη μέρα ήταν η μέρα ελέγχου της τιμής της νύφης από την πεθερά, η οποία έλεγχε το σεντόνι και αν όλα ήταν όπως η ηθική το επέβαλε, το ασήμωνε. Άλλη αρμοδιότητα της πεθεράς την ημέρα εκείνη ήταν να πάει φαγητό στους νεόνυμφους. Εκτός από την πεθερά την τιμή της νύφης τιμούσαν ο πεθερός και οι φίλοι του γαμπρού, οι οποίοι με τη συνοδεία μουσικής πήγαιναν στο σπίτι των νεόνυμφων και τους έκαναν καντάδα. Το ζευγάρι έβγαινε, τους κερνούσε και το γλέντι στηνόταν ξανά. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που κάποιος θα έβλεπε τη νύφη γιατί, όπως προαναφέρθηκε, η νύφη δεν έπρεπε να βγει ξανά από το σπίτι μέχρι την επόμενη Κυριακή που θα πήγαινε στην εκκλησία μαζί με τη μητέρα της. Μετά την εκκλησία επέστρεφαν στο σπίτι μαζί με την πεθερά, η οποία ασήμωνε για ακόμα μια φορά το σεντόνι με την τιμή της νύφης, που ήταν τοποθετημένο στη «θέση».
Την Κυριακή αυτή πολλές φορές έκανε ο κουμπάρος το γλέντι, που είχε τάξει, και όλοι μαζί γλεντούσαν ξανά παρουσία και της νύφης.
7. Ο ΓΑΜΟΣ ΣΗΜΕΡΑ
Αν και κάποια από τα έθιμα του γάμου έχουν αλλάξει σήμερα, υπάρχουν αρκετά τα οποία έχουν αντέξει, αλλά υπάρχουν και μερικά που έχουν προστεθεί λόγω των επιρροών από άλλα μέρη.
Γάμος από συνοικέσιο γίνεται πλέον σπάνια και οι νέοι είναι ελεύθεροι να επιλέξουν το μελλοντικό τους σύντροφο και να τον παρουσιάσουν στους γονείς τους, οι οποίοι σπάνια πλέον φέρνουν αντιρρήσεις. Είναι φυσικά ευνόητο ότι οι γνωριμίες δεν γίνονται στις γειτονιές, αφού οι κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες έχουν αλλάξει, αλλά στους χώρους εργασίας, σχολείου, διασκέδασης κλπ.
Αν και ο θεσμός της προίκας έχει εκλείψει, παραμένει ακόμα το έθιμο η οικογένεια της νύφης να παραχωρεί το σπίτι που θα μείνει το ζευγάρι. Ακόμα, επίσης, κρίνεται απαραίτητο, όχι μόνο η νύφη, αλλά και ο γαμπρός να έχουν τα απαραίτητα προικιά, όπως: σεντόνια, κεντητά, πλεκτά κ.λπ.
Αφού δοθεί ο λόγος, επισημοποιηθεί δηλαδή ο δεσμός των δύο νέων, ακολουθεί η γνωριμία των οικογενειών. Την ημέρα εκείνη η μητέρα του γαμπρού ετοιμάζει διάφορα γλυκά, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας, μια τούρτα και λουλούδια σε μονό αριθμό, κατά προτίμηση κόκκινα. Όλα αυτά τα πηγαίνει η μητέρα του γαμπρού στο σπίτι της νύφης, όπου θα γίνει η γνωριμία.
Κατά τη γνωριμία ορίζεται η μέρα του αρραβώνα που γίνεται συνήθως στο σπίτι των νεόνυμφων, αλλά μπορεί να γίνει και σε καφενείο ή σε εστιατόριο σε στενό οικογενειακό κύκλο. Ο αρραβώνας γίνεται είτε από παπά είτε, όπως γινόταν παλιά, από ένα παιδάκι. Ζωντανό παραμένει ακόμα το έθιμο του χαστουκιού, από το παιδί στο ζευγάρι, καθώς και το κρέμασμα χρυσαφικών στη νύφη από τα μέλη της οικογένειας του γαμπρού. Σήμερα, όμως, παρατηρείται πολλές φορές και η οικογένεια της νύφης να κάνει δώρα (χρυσαφικά) στο γαμπρό. Μετά τον αρραβώνα μπορεί να ακολουθήσει γλέντι, είτε στο σπίτι είτε στο καφενείο ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των οικογενειών.
Σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει από το έθιμο των αρρ’βουνιασκάτων, το οποίο μάλιστα θεωρείται σήμερα το πιο δαπανηρό κομμάτι του γάμου.
Σημαντικά έχει αλλάξει ο τρόπος που γίνονται τα καλέσματα στο γάμο, τα οποία δεν γίνονται πλέον με ζερντέ αλλά με μπομπονιέρες συνοδευόμενες από προσκλητήρια. Οι μπομπονιέρες τοποθετούνται σε δύο μεγάλες καλάθες, στολισμένες με κάτι από τα προικιά της νύφης. Μοιράζονται από τέσσερις ελεύθερες κοπέλες συνοδευόμενες από μια μεγάλη γυναίκα που κρατά την κατάσταση με τα ονόματα των καλεσμένων.
Ίδιος παραμένει ο τρόπος στολίσματος του σπιτιού, της έκθεσης των προικιών τόσο της νύφης όσο και του γαμπρού, καθώς και των δώρων που πηγαίνουν οι καλεσμένοι. Ο γαμπρός στολίζεται το ίδιο απλά όπως παλιά, παρουσία των φίλων του. Τη νύφη την στολίζουν οι φίλες της και στο τέλος κόβουν το κλιτς ακριβώς όπως παλιά. Δυστυχώς εκείνο που αρχίζει σιγά – σιγά να εκλείπει από τη διαδικασία του στολισμού της νύφης είναι το τραγούδι, το οποίο τις περισσότερες φορές ακούγεται από cd.
Κάτι που έχει προστεθεί, και είναι μάλλον ξενόφερτη επιρροή, είναι το γλέντι που κάνουν οι νεόνυμφοι πριν το γάμο τους. Ο καθένας με τη συνοδεία των πολύ στενών του φίλων την προηγούμενη των γάμων τους βγαίνουν, για να γλεντήσουν την «τελευταία μέρα της ελευθερίας τους».Μια ακόμη αλλαγή παρατηρείται στην πορεία προς την εκκλησία. Το ζευγάρι πηγαίνει ξεχωριστά και φυσικά με αυτοκίνητο. Πρώτος φτάνει στην εκκλησία ο γαμπρός και περιμένει τη νύφη, η οποία θα φτάσει αργότερα μέσα σε στολισμένο με λουλούδια αυτοκίνητο. Τη νύφη παραδίδει στο γαμπρό ο πατέρας της. Μέσα στην εκκλησία ασπάζονται τις εικόνες, κάνουν μετάνοιες στους συγγενείς και αρχίζει το μυστήριο, στο τέλος του οποίου ακολουθούν τα κρεμάσματα και το τσίμπημα του κουμπάρου, για να τάξει.
Μετά το μυστήριο οι καλεσμένοι πηγαίνουν σε κέντρο για φαγητό και διασκέδαση. Το ζευγάρι πηγαίνει στο σπίτι, για να αλλάξει η νύφη, αν και υπάρχουν φορές που μένει με το νυφικό, και όταν επιστρέψει γίνεται το κόψιμο της γαμήλιας τούρτας και ακολουθεί φαγητό και γλέντι.